Τρίτη 18 Ιουλίου 2017

ΕΦΕΤ : Προσοχή,12 χρωματισμένα ελαιόλαδα για να δείχνουν παρθένα

Δίκτυα µη σύννομης διακίνησης νοθευμένων ή μη ασφαλών ελαιολάδων εντόπισε ο Ενιαίος Φορέας Ελέγχου Τροφίμων (ΕΦΕΤ), συνεχίζοντας τους ελέγχους για την προστασία των καταναλωτών και της αυθεντικότητας του ελληνικού ελαιολάδου.
Ειδικότερα, όπως ανακοινώθηκε, η Περιφερειακή Διεύθυνση του ΕΦΕΤ Κεντρικής Μακεδονίας, σε συνεργασία µε τη Χημική Υπηρεσία Μακεδονίας – Θράκης (Υποδιεύθυνση Θεσσαλονίκης – Τμήμα Α’) που διεξήγαγε τις χημικές αναλύσεις, διαπίστωσε την εμπορία προϊόντων τα οποία, ενώ επισημαίνονται ως εξαιρετικά παρθένα ελαιόλαδα, είναι στην πραγματικότητα σπορέλαια τεχνητά χρωματισμένα, αγνώστου προέλευσης.
Συγκεκριμένα, πρόκειται για τα νοθευμένα προϊόντα με τις εξής επωνυμίες: «ΚΡΗΤΙΚΟΝ» – «ΜΕΣΣΗΝΙΑΚΟ ΧΩΡΙΟ» – «ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑΚΟ» – «ΕΙΡΗΝΗ» – «BEVELLINI» – «το λιοτρίβι» – «ΑΡΩΜΑ» – «ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ ΠΑΡΘΕΝΟ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟ» καθώς και τα μη ασφαλή προϊόντα με τις εξής επωνυμίες «ΝΕΦΕΛΗ» – «ΛΙΑΤΙΚΟ».


Ο ΕΦΕΤ καλεί τους καταναλωτές, που έχουν ήδη προμηθευτεί τα ανωτέρω προϊόντα να μην τα καταναλώσουν.

Ψεκασμα από χέρι ανθρώπου σε μελίσσια στη Θάσο.

Πέμπτη 13 Ιουλίου 2017

9 (μικρές) αλήθειες που πρέπει να μάθεις για το καρπούζι!

Όσο το λαχταράς, άλλο τόσο το φοβάσαι. Είτε για τη γλυκιά του γεύση, που σημαίνει ότι θα σταματήσεις αφού έχεις φάει το μισό, είτε για το πόσες φορές θα ξυπνήσεις το βράδυ για να πας τουαλέτα…
Τι ξέρεις όμως πραγματικά για το πιο αγαπημένο καλοκαιρινό φρούτο; Αξίζει να το φοβάσαι; Διέθεσε 5 λεπτά και θα τα μάθεις όλα;
Νόμιζες ότι είναι δικό μας;
Το καρπούζι (Citrullus lanatus) προέρχεται από τη Νότια Αφρική και σχετίζεται γονιδιακά με το πεπόνι, τα κολοκυθάκια, την κολοκύθα και το αγγούρι.
Τελικά, είναι σκέτο νερό ή σε παχαίνει;
Όντως, περιέχει πολύ υψηλό ποσοστό νερού, πολύ λίγες θερμίδες και είναι προφανώς πολύ δροσιστικό τέτοιες θερμές μέρες. Συγκεκριμένο ανά 100gr (το 91% των οποίων είναι νερό) αποδίδει 30 θερμίδες, 0,6 gr πρωτεΐνης, 7,6 gr υδατανθράκων (εκ των οποίων 6,2 gr φρουκτόζη/ σουκρόζη και 0,4 gr φυτικές ίνες) και προφανώς 0,2 gr λίπους. Ακόμα πιστεύεις ότι μπορεί να παχύνει;
«Δεν κάνει, θα μου ανέβει το σάκχαρο»!
Επειδή οι υδατάνθρακες που περιέχει είναι απλοί, διακρίνεται για τον υψηλό γλυκαιμικό του δείκτη (σ.σ. 72-80), που σημαίνει ότι ανεβάζει πιο γρήγορα το σάκχαρο του αίματος. Ωστόσο, επειδή η ποσότητα των υδατανθράκων ανά μερίδα είναι μικρή, η κατανάλωση του σε λογικές ποσότητες (200-300 gr) δεν πρέπει να έχει σημαντική επίδραση στο σάκχαρο του αίματος.
«Δεν είναι προτιμότερο να φάω κάτι άλλο»;
Το καρπούζι είναι καλή πηγή βιταμίνης C, ενώ περιέχει επαρκείς ποσότητες καλίου, χαλκού, παντοθενικού οξέος και βιταμίνης Α. Ενώ όμως, είναι φτωχό σε αντιοξειδωτικά συγκριτικά με άλλα φρούτα, αφετέρου αποτελεί καλή πηγή κιτρουλίνης και β-λυκοπενίου.
Μειώνει την πίεση του αίματος
Η κιτρουλίνη είναι ένα αμινοξύ που μετατρέπεται στο σώμα στο απαραίτητο αμινοξύ αργινίνη, ώστε τα δυο τους να συμμετέχουν στην παραγωγή μονοξείδιου του αζώτου, που βοηθά στη μείωση της πίεσης του αίματος μέσω αγγειοδιαστολής (1). Μάλιστα, η κατανάλωση καρπουζιού ή χυμού του απεδείχθη ότι μείωσε την πίεση του αίματος και την αρτηριακή ανελαστικότητα σε άτομα με υπέρταση (2,3).
Βελτιώνει τη μεταβολική σου υγεία
Επιπλέον, η αργινίνη είναι πολύτιμη για τους πνεύμονες, τα νεφρά, το ήπαρ, το ανοσοποιητικό και αναπαραγωγικό σύστημα, ενώ φαίνεται πως συμμετέχει στην επούλωση των πληγών (4). Υπάρχουν ακόμα αναφορές που συνδέουν το χυμό καρπουζιού και την αργινίνη με μειωμένη αντίσταση στην ινσουλίνη (5). Ωστόσο, για να πιάσεις τις ημερήσιες απαιτήσεις σε αργινίνη πρέπει να καταναλώσεις τεράστιες ποσότητες καρπουζιού: περίπου 2,3kg στην… καθισιά σου (6)!
Έχει περισσότερο λυκοπένιο από τη ντομάτα!
Παράλληλα, το καρπούζι συνιστά την καλύτερη πηγή λυκοπενίου, ακόμα και σε σχέση με τη ντομάτα, ενός ισχυρού αντιοξειδωτικού που ευθύνεται για το κόκκινο του χρώμα. Κατά ένα ποσοστό, το λυκοπένιο χρησιμοποιείται για να σχηματιστεί β-καροτένιο και αυτό με τη σειρά του μετατρέπεται σε βιταμίνη Α (7).
Βοηθά στην αποκατάσταση μετά από άσκηση
Πρόσφατη μελέτη έδειξε ότι ο χυμός καρπουζιού μειώνει τους μυϊκούς πόνους μετά την άσκηση (8).  Παρόμοια, μια εργασία έδειξε ότι η χορήγηση κιτρουλίνης και αργινίνης μπορεί να βοηθήσει την απόδοση αγύμναστων ατόμων, όχι όμως των καλά προπονημένων (9).
Μπορεί να σου… κάτσει βαρύ!
Ωστόσο, αν και είναι φτωχό σε φυτικές ίνες, περιέχει σημαντική ποσότητα ζυμωτικών υδατανθράκων βραχέας αλύσου (FODMAPs, fermentable short chain carbohydrates) που μπορούν να προκαλέσουν ανεπιθύμητα πεπτικά συμπτώματα σε κάποια άτομα με π.χ. ευερέθιστο έντερο.
Σκέφτεσαι κάτι καλύτερο;
Όπως και να έχει, το καρπούζι είναι ένα εξαιρετικό φρούτο: γεμάτο με κιτρουλίνη και λυκοπένιο, που βοηθούν να μειωθεί η αρτηριακή πίεση, να βελτιωθεί η μεταβολική σου υγεία και να περιοριστούν οι μετασκητικές μυαλγίες. Επιπρόσθετα, είναι φοβερά γλυκό και νόστιμο, γεμάτο πολύτιμο νερό για την ενυδάτωσή μας. Για τη συντριπτική πλειοψηφία, το καρπούζι είναι μια πολύ καλή προσθήκη σε μια υγιεινή διατροφή.
Άλλωστε, μπορείς να σκεφτείς κάτι καλύτερο να παγώνεις στο ψυγείο σου, με τη θερμοκρασία πάνω από τους 35 βαθμούς;

Σάββατο 8 Ιουλίου 2017

Ο Κορινθιακός κόλπος πεθαίνει;

tsoyxtres.jpg

ΤσούχτρεςΜόνιμο «στέκι» τείνει να γίνει ο κόλπος για τις μέδουσες και οι αιτίες έχουν να κάνουν με την υπεραλίευση και τη μόλυνση
Το φαινόμενο, που ήταν ιδιαίτερα έντονο στις αρχές Ιουνίου, τις τελευταίες ημέρες παρουσιάζει ύφεση, αλλά είναι βέβαιο ότι θα επανέλθει στο τέλος του καλοκαιριού.
Μια απειλή που αν ευαισθητοποιήσει τους αρμοδίους, είναι πιθανό να αποτελέσει αφορμή για να ξεκινήσει επιτέλους η λήψη μέτρων προστασίας ενός σπάνιου θαλάσσιου οικοσυστήματος που εκπέμπει από χρόνια SOS.
Οι μέδουσες, όπως είναι η επίσημη ονομασία τους, ανήκουν στα θαλάσσια ασπόνδυλα. Πρόκειται για πλαγκτονικούς οργανισμούς, οι οποίοι απαντούν σε όλες τις θάλασσες του κόσμου και ζουν σε κοπάδια.
Ο λαός τις ονομάζει τσούχτρες γιατί μόλις ακουμπήσουν το ανθρώπινο σώμα εκκρίνουν ένα υγρό που προκαλεί τσούξιμο, το οποίο μπορεί να δημιουργήσει ακόμα και αλλεργικό σοκ σε άτομα με ευαισθησία.
«Εχουμε έξαρση τα τελευταία χρόνια», εξηγεί στην «Εφ.Συν.» ο Ευθύμιος Σκαρίμπας, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Οικολογικών Οργανώσεων Προστασίας του Κορινθιακού «Η Αλκυών», ο οποίος ασχολείται από παιδί με την αλιεία και γνωρίζει «όπως την παλάμη του» τον βυθό του κόλπου της Κρίσσας, κοντά στην Ιτέα.
Θυμάται πως παλιότερα έκαναν την εμφάνισή τους κάθε 10 με 12 χρόνια. Πέρυσι όμως τα κοπάδια ήταν περισσότερα και φέτος επανήλθαν, κάνοντας ιδιαίτερα έντονη την παρουσία τους στο Λουτράκι και στις βόρειες ακτές από την Κρίσσα ώς το Γαλαξίδι.

Εξαφανίζονται ψάρια

«Βασική αιτία είναι η υπεραλίευση που γίνεται στον κλειστό κόλπο του Κορινθιακού», επισημαίνει και κάνει λόγο για «λεηλασία αλιευμάτων».
Από τη δική του πολύχρονη επαφή με τη θάλασσα υπολογίζει ότι έχουν μειωθεί πάνω από 1.000% σε σχέση με τη δεκαετία του 1970 και έχουν εξαφανιστεί πολλά είδη ψαριών, όπως οι μπάφες και τα μιξινάρια, όπως ονομάζουν οι ψαράδες τους μεγάλους κέφαλους.
Ρίχνει τις περισσότερες ευθύνες στο ψάρεμα με μηχανικά μέσα και επικαλείται στοιχεία σύμφωνα με τα οποία μόνο σε δύο ημέρες «σήκωσαν» από τον Κορινθιακό περίπου 90 τόνους αλιευμάτων.
«Αντιστοιχούν σε 30.000 ψάρια και αν δεχθούμε ότι τα μισά είναι θηλυκά και παράγουν ένα εκατομμύριο γόνους το καθένα, τότε χάνουμε περίπου 15 δισ. γόνους τον χρόνο», εκτιμά και προσθέτει: «Μειώνεται έτσι ο πληθυσμός των ψαριών που τρέφονται από τις τσούχτρες και θα τις εξαφάνιζαν πριν προλάβουν να αναπτυχθούν».
Η παράμετρος αυτή είναι καθοριστική, γιατί οι τσούχτρες του Κορινθιακού είναι πελαγίσιες, που σημαίνει ότι η γενέτειρά τους βρίσκεται στο Ιόνιο και το Αιγαίο, από όπου μεταναστεύουν και εγκλωβίζονται στον κλειστό κόλπο.
Παλιότερα προλάβαιναν και τις έτρωγαν τα ψάρια όταν ήταν ακόμη σε μορφή πλαγκτόν. Τώρα καταφέρνουν να αναπτυχθούν και αναπαράγονται. Είναι χαρακτηριστικό ότι η εμφάνισή τους τα δύο τελευταία καλοκαίρια δεν συνδέεται με έξαρση του φαινομένου στα πελάγη, που σημαίνει ότι έχουν κάνει «στέκι» τους τον Κορινθιακό...

Τοξικά υλικά

Ο Ευθύμιος Σκαρίμπας αναφέρει και άλλες δύο βασικές αιτίες που έχουν διαταράξει τις ισορροπίες του θαλάσσιου οικοσυστήματος.
«Εχουμε την κόκκινη λάσπη που ρίχνει για δεκαετίες το εργοστάσιο παραγωγής αλουμινίου», καταγγέλλει και αναφέρει ότι, με στοιχεία του 2011, το 17% του βυθού έχει καλυφθεί από το τοξικό αυτό υλικό.
«Πρέπει να φτάνουμε στο 25% και πλέον μιλάμε για νεκρό βυθό, που είναι το πιο κατάλληλο περιβάλλον για την ανάπτυξη της τσούχτρας», υπογραμμίζει και προσθέτει: «Επειτα από πολύχρονους αγώνες καταφέραμε να μπουν φίλτρα που κατακρατούν την κόκκινη σκόνη, αλλά αφήνουν να περνούν τα "ζουμιά" που είναι επίσης τοξικά».
Τα τελευταία χρόνια λειτουργεί στην περιοχή εργοστάσιο παραγωγής ρεύματος από φυσικό αέριο.
«Χιλιάδες τόνοι θερμού νερού καταλήγουν στη θάλασσα», καταγγέλλει ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Οικολογικών Οργανώσεων του Κορινθιακού και υπολογίζει ότι «στις εκβολές του αγωγού μέσα στη θάλασσα και σε επιφάνεια τεσσάρων τετραγωνικών χιλιομέτρων τα νερά είναι ζεστά και έχουν ήδη δημιουργήσει συνθήκες τροπικής θάλασσας, που αποτελούν πραγματική θερμοκοιτίδα για τις μέδουσες».

Δίκτυο NATURA

Το μείζον οικολογικό αλλά και οικονομικό αυτό πρόβλημα συζητήθηκε σε πρόσφατη συνεδρίαση της ειδικής επιτροπής περιβάλλοντος της Βουλής.
«Η ένταξη του Κορινθιακού στις προστατευόμενες περιοχές μπορεί να αποτελέσει το πρώτο, πολύ σημαντικό θεσμικό βήμα», τόνισε η πρόεδρός της και βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Κατερίνα Ιγγλέζη, επισημαίνοντας ότι ο κλειστός αυτός κόλπος «βρέχει» τέσσερις περιφέρειες, επομένως χρειάζεται να θεσπιστεί ενιαίος χωρικός σχεδιασμός.
Τη σκυτάλη παρέλαβε ο Γιάννης Καζόγλου, συνεργάτης του αναπληρωτή υπουργού Σωκράτη Φάμελλου, ο οποίος προανήγγειλε ότι αξιολογούνται όλα τα χαρακτηριστικά του Κορινθιακού για να στηρίξουν την πρόταση για ένταξή του στις θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές του δικτύου NATURA.
Είναι υποχρέωση της χώρας μας που απορρέει από τις κοινοτικές οδηγίες και έως τώρα υπάρχει μεγάλη δυστοκία, αφού οι χερσαίες περιοχές καλύπτουν το 27% της επιφάνειας της χώρας, ενώ τα θαλάσσια πάρκα αποτελούν μόλις το 6% και πρέπει να αυξηθούν.
Η πρόταση έχει τεθεί σε δημόσια διαβούλευση μαζί με άλλες που αφορούν ζώνες γύρω από νησιά και το υπουργείο Περιβάλλοντος απαντά στις αντιδράσεις που διατυπώνονται ότι προστασία δεν σημαίνει εμπόδια στην ανάπτυξη, αλλά κανόνες για την προστασία του περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας, που αποτελούν συγκριτικά πλεονεκτήματα για την Ελλάδα.

Μαρία Σαλωμίδου (ερευνήτρια του Ελληνικού Κέντρου Θαλάσσιων Μελετών)

«Ο Κορινθιακός δέχεται πιέσεις, αλλά αντιστέκεται»

ΚορινθιακόςEUROKINISSI / ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ
«Ο Κορινθιακός αποτελεί την επιτομή του θαλάσσιου οικοσυστήματος, μια γοητευτική μικρογραφία της Μεσογείου, με τα λιβάδια της Ποσειδωνίας, τους υφάλους και τους μοναδικούς κοραλλιογενείς σχηματισμούς», εξηγεί στην «Εφ.Συν.» η Μαρία Σαλωμίδου, ερευνήτρια του Ελληνικού Κέντρου Θαλάσσιων Μελετών (ΕΛΚΕΘΕ) και υπεύθυνη του διεπιστημονικού προγράμματος αξιολόγησης των θαλάσσιων ειδών και οικοτόπων στη χώρα μας.
Συμμετέχει στη μελέτη του Κορινθιακού από το 2009 και διαπιστώνει ότι λόγω της υπεραλίευσης έχουν χαθεί τα φύκια σε μεγάλη έκταση.
Ανησυχητική χαρακτηρίζει τη συνεχή μείωση του πληθυσμού των σαργοειδών ψαριών, που είναι εξειδικευμένοι θηρευτές των αχινών, οι οποίοι αποκαλούνται «τα κατσίκια της θάλασσας», γιατί προκαλούν υποβρύχια ερημοποίηση.
Απειλή είναι και η παράνομη αλιεία του πετροσωλήνα, για τη συλλογή του οποίου καταστρέφονται τα βράχια των ακτών!
Προβλήματα όμως δημιουργούν και οι ανθρωπογενείς δραστηριότητες, σε συνδυασμό με την ανεξέλεγκτη οικιστική ανάπτυξη που έχει επεκταθεί σχεδόν σε όλο το μήκος της βόρειας ακτογραμμής της Πελοποννήσου.
Στο θαλάσσιο οικοσύστημα του Κορινθιακού δεσπόζουσα θέση έχουν τα λιβάδια της Ποσειδωνίας, που αναπτύσσονται κοντά στις ακτές αλλά φτάνουν και σε βάθος έως 60 μέτρα.
Στην πλειονότητά τους βρίσκονται κοντά τις ακτές της Στερεάς Ελλάδας, από την Ιτέα ώς τη Ναύπακτο και ανοιχτά του Λουτρακίου.
Φιλοξενούν πάνω από 400 είδη φυκιών και χαρακτηρίζονται οικότοποι προτεραιότητας, με βάση τις κοινοτικές οδηγίες, γιατί παίζουν καθοριστικό ρόλο στην αναπαραγωγή των ψαριών και τη διατήρηση των υπόλοιπων θαλάσσιων οργανισμών.
Ιδιαίτερα οι γόνοι, τα νεογέννητα ψάρια, βρίσκουν σ' αυτά καταφύγιο για να μπορέσουν να επιβιώσουν και να φτάσουν με τη σειρά τους σε αναπαραγωγική ηλικία.
Η παρουσία τους μειώνει επίσης την κινητική ενέργεια του νερού και λειτουργεί ως φυσικό φράγμα που προστατεύει την ακτογραμμή από τη διάβρωση ενώ συμμετέχει καθοριστικά στην οξυγόνωση του θαλάσσιου νερού.
«Συνθέτουν ένα βενθικό σύστημα», αναφέρει η Μαρία Σαλωμίδου και σπεύδει να προσθέσει ότι ο όρος προέρχεται από την αρχαία λέξη «βένθος», που σημαίνει βυθός.

Κοράλλια και γοργόνες

Ευχάριστη έκπληξη είναι η αναφορά της στα κοράλλια που έχουν εντοπιστεί κοντά στις ακτές της Αιγιαλείας. Οι αποικίες με τις γοργόνιες, που σπάνια απαντούν σε ελληνικές θάλασσες, αναπτύσσονται σε σύνθετες μορφές σχήματος βεντάλιας, με εντυπωσιακές κίτρινες και κόκκινες συστάδες, ενώ υπάρχουν λίγες ροζ που θεωρούνται ιδιαίτερα σπάνιες.
Η δημιουργία τους, όπως μας εξηγεί η ερευνήτρια του ΕΛΚΕΘΕ, οφείλεται στα κρύα νερά της περιοχής που συμβάλλουν στον μηχανισμό στερεοποίησης των φερτών υλικών που καταλήγουν στη θάλασσα από τους χειμάρρους και τα ποτάμια των βόρειων ακτών της Πελοποννήσου.
«Το θαλάσσιο οικοσύστημα είναι όπως αυτό της ξηράς, με τα δάση και τα ποτάμια του», επισημαίνει και διαπιστώνει πως «ο Κορινθιακός δέχεται πιέσεις, αλλά αντιστέκεται».

Τα τέσσερα είδη δελφινιών και η ανάγκη προστασίας τους 

Δελφίνια
Στα νερά του Κορινθιακού βρίσκουν καταφύγιο τέσσερα είδη δελφινιών, που αξιοποιούν το μεγάλο βάθος του κόλπου το οποίο φτάνει σε ορισμένα σημεία τα 930 μέτρα.
Τα ζωνοδέλφινα, τα σταχτοδέλφινα, τα ρινοδέλφινα και κυρίως τα κοινά δελφίνια, τα οποία έχουν εξαφανιστεί από πολλές θαλάσσιες περιοχές της Μεσογείου και γι' αυτό έχουν καταχωριστεί στα απειλούμενα είδη.
Η ομορφιά και η σημασία τους δεν είναι τα μόνα στοιχεία που τα κάνουν ξεχωριστά. Αποτελούν μία από τις σπάνιες περιπτώσεις στον κόσμο που τα τέσσερα αυτά είδη ζουν σε κοινά κοπάδια δημιουργώντας μια μικτή κοινωνία.
Οι αιτίες αυτής της ειρηνικής συνύπαρξης δεν είναι γνωστές, αλλά έχει ενδιαφέρον η επισήμανση από τον Αλέξανδρο Φραντζή, πρόεδρο του Ινστιτούτου Κητολογικών Ερευνών «Πέλαγος».
Μιλώντας στη συνεδρίαση της επιτροπής περιβάλλοντος της Βουλής επισήμανε ότι πρόκειται για διαφορετικά είδη του ζωικού βασιλείου και επικαλέστηκε τη γάτα και την τίγρη, αποκαλύπτοντας ότι «απέχουν μεταξύ τους γενετικά, δεν αναπαράγονται μεταξύ τους, δεν εκπέμπουν τα ίδια σήματα για να μπορούν να επικοινωνήσουν μεταξύ τους»!
Είναι μία από τις συνολικά τρεις ιδιαιτερότητες των δελφινιών του Κορινθιακού. Το ζωνοδέλφινο είναι καθαρά πελαγικό είδος, όμως βρέθηκε πριν από πολλές χιλιετίες στον Κορινθιακό και εγκλωβίστηκε.
Στην πάροδο του χρόνου όμως βίωσε και μια ενδιαφέρουσα βιολογική εξέλιξη που έχει παγκόσμιο ενδιαφέρον, αφού δημιουργήθηκε ένα μοναδικό υβρίδιο με το κοινό δελφίνι.
Για όλους αυτούς τους λόγους, πολύ πρόσφατα η IUCN, η διεθνής ένωση για τη διατήρηση της φύσης, που συντάσσει τη βίβλο με τα απειλούμενα είδη, ανακήρυξε τον Κορινθιακό σημαντική περιοχή για τα θαλάσσια κήτη και ζητά τη λήψη μέτρων για την προστασία τους.                                                                                                                                     Συντάκτης:    

Προσαρμοστικότητα των Ελληνικών φυλών των μελισσών

Τετάρτη 5 Ιουλίου 2017

Η θέρμανση του μελιού, χρήσιμη αλλά και επικίνδυνη.

Η έρευνα αυτή γίνεται από την Κοινοπραξία των Μελισσοκομικών Συνεταιρισμών Βόρειας Ελλάδας (ΚΜΣΒΕ) και Μελισσοκομίας – Σηροτροφίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, που μας πληροφορεί τα εξής:
  1. Η θέρμανση του μελιού είναι απαραίτητη για να γίνει τυποποίηση και  να διατηρηθεί η ποιότητά του. Βοηθάει στη ρευστοποίηση, το φιλτράρισμα, την ανάμειξη ή παστερίωση και αποφυγή της ζύμωσης.
  2. Χρειάζεται όμως προσοχή στη χρησιμοποίησή της ,για να μην αλλοιωθεί η φυσικότητα και να μην καταστραφεί η  βακτηριοστατική δράση του, τα ένζυμα και να μην διασπαστούν τα ζάχαρα και οι ουσίες της γευστικότητας ,δηλαδή οι ταννίνες, γλυκοσίτες, αλκαλοειδή και να διατηρηθεί και το άρωμά του.
  3. Το μέλι που καταστράφηκε θερμικά περνάει στην κατηγορία των βιομηχανικών μελιών (βρασμένο ή μέλι ζαχαροπλαστικής) ,που είναι υποβαθμισμένο και βιολογικά μειωμένης αξίας. Όμως είναι κατάλληλο για ανθρώπινη χρήση και διατροφή των μελισσιών.
  4. Το μέλι πρέπει να ελέγχεται κατά την αγορά του, πριν από την επεξεργασία του και πριν την διάθεσή του. Να μην βρίσκεται σε ηλιακή ακτινοβολία ή σε υπερβολικό φωτισμό. Να αναφέρεται στην ετικέτα του ημερομηνία     συσκευασίας. Αν σε 12-16 μήνες δεν πωληθεί, ο διακινητής του να το αντικαταστήσει με φρέσκο και να μην το ρευστοποιεί μέσα στο βάζο. Να ενταθούν οι αγορανομικοί έλεγχοι. Να εφαρμοστεί η ευρωπαϊκή οδηγία που επιτρέπει την ανάμειξη βιομηχανικού μελιού, που παλαιώθηκε, με άλλο φρέσκο. Να μην ζεσταίνεται σε ψηλές θερμοκρασίες για μεγάλο χρονικό διάστημα. Να μην ρευστοποιείται στον ήλιο.
  5. Οι αναλύσεις που έγιναν σε μέλια τα τελευταία 7 χρόνια του 1997 παρουσιάζουν και την έκταση του προβλήματος σε ελληνικά τυποποιημένα μέλια από τα ράφια πώλησης, σαν κανονικά  ενώ είχαν χαρακτηριστικά βιομηχανικού μελιού: Περίπου το 17% εμπορικών δειγμάτων βρέθηκαν να έχουν δεχτεί υπερθέρμανση δηλαδή υψηλή ω-υδροξυμεθυλοφουρφουράλη (HMF) και χαμηλή διαστάση και αυτό οφείλεται σε ανορθόδοξη θέρμανση ή στην παλαιότητα του μελιού, που και αυτή αλλοιώνει τα χαρακτηριστικά του. Όμως το ποσοστό αυτό των βιομηχανικών μελιών είναι χαμηλότερο από τα ποσοστά άλλων χωρών, αλλά πρέπει να το μειώσουμε παρέχοντας μέλι ανεπεξέργαστο. Και στη χρονική περίοδο 1990 μέχρι 1996, που εξετάστηκαν 137 δείγματα και το HMF>40 mg, όριο το 40 mg, ο μέσος όρος των δειγμάτων ήταν 17% και η διάσταση <8DN σε 13 δείγματα, ο μέσος όρος βγήκε 9%.
  6. Θερμοκρασίες επεξεργασίας του μελιού: Από διεθνή βιβλιογραφία προτείνουμε σε βαθμούς κελσίου (oC ) και χρόνο θέρμανσης κατά περίπτωση ,ως εξήςΡευστοποίηση: 43 βαθμούς κελσίου για 5 μέρες,Ρευστοποίηση: 63 βαθμούς κελσίου για 30 λεπτά, Φιλτράρισμα: 35-45 βαθμούς για 60 λεπτά, Καθυστέρηση κρυστάλλωσης: 77 βαθμούς για 5 λεπτά, Παρεμπόδιση ζύμωσης: 70 βαθμούς για 1 λεπτό, Ανάμειξη διαφόρων μελιών: 71 βαθμούς σε 1-5 λεπτά. Αυτά για όλες τις κατηγορίες μελιού.
  7. Ο ΧΡΟΝΟΣ ΣΕ ΩΡΕΣ,που χρειάζεται να θερμανθεί  το μέλι ΓΙΑ ΝΑ ΦΘΑΣΕΙ  η  HMF στο όριο 40mg/kg  (το θερμόμετρο στη μάζα του)… Κατά είδος μελιού:
ΕΙΔΟΣ ΜΕΛΙΟΥ
50 oC
60 oC
70 oC
80oC
90 Oc
ΠΕΥΚΟΜΕΛΟ
ΔΕΝ ΑΝΑΛΥΘΗΚΑΝ
35
10
4
2
ΕΛΑΤΗΣ
ΔΕΝ ΑΝΑΛΥΘΗΚΑΝ
134
62
14
5
ΚΑΣΤΑΝΙΑΣ
ΔΕΝ ΑΝΑΛΥΘΗΚΑΝ
373
133
29
8
ΗΛΙΑΝΘΟΥ
98
29
7
3
2
ΒΑΜΒΑΚΙΟΥ
142
34
7
4
1
Δηλαδή κατηγορίες διαφορετικών μελιών επηρεάζονται με διαφορετικό τρόπο από τη θέρμανση. Συλλέχτηκαν μέλια με μηδενική HMF. Και ο χρόνος που προέκυψε είναι αυτός που χρειάστηκε για να φθάσει το 40mg/kg. Έτσι όσο λιγότερος χρόνος απαιτείται, τόσο περισσότερο ευαίσθητο είναι το μέλι. Η έρευνα θα συνεχιζόταν και στις υπόλοιπες κατηγορίες.
  1. Παρατηρήθηκε λοιπόν ότι σε χαμηλές θερμοκρασίες η φυσικότητα του μελιού αλλοιώνεται με μεγάλη βραδύτητα (π.χ. 134 ώρες θέρμανση για το μέλι Ελάτης στους 60 βαθμούς για να φθάσει η ένδειξη της HMF στα αποδεκτά όρια που είναι τα 40 mg/kg HMF, ενώ στους 90 βαθμούς μόνο 5 ώρες). Και αυτό το φαινόμενο παρατηρείται σε όλες τις κατηγορίες μελιού, αλλά η ευαισθησία στο καθένα είναι διαφορετική στη θέρμανση και πιο ανθεκτικά είναι της Καστανιάς, της Ελάτης και του Ηλίανθου. Αυτές όμως οι διαφορές ισχύουν στις χαμηλές θερμοκρασίες, ενώ στις υψηλές, όλα τα μέλια καταστρέφονται σε σύντομο χρονικό διάστημα. Η σχέση  συσσώρευσης HMF και χρόνου θέρμανσης σε ένα μέλι είναι γραμμική (R2 από 85 έως 99,9%).
  2. Επίλογος: Το μέλι να θερμαίνεται σε χαμηλές θερμοκρασίες, όπου ο χρόνος δεν παίζει τόσο σημαντικό ρόλο και η θέρμανση να μην ξεπερνάει τους 60 βαθμούς ιδιαίτερα για τις ευαίσθητες κατηγορίες μελιού. Η έρευνα αυτή έγινε με θέρμανση μικρής ποσότητας (ενός κιλού). Αλλά η θέρμανση μελιών που διατηρήθηκαν στην αποθήκη για κάποιο χρονικό διάστημα ή όπου δέχθηκαν επίδραση από ηλιακή ακτινοβολία ή από προηγούμενη θέρμανση, πιθανόν να δώσει διαφορετικά αποτελέσματα.
Ευχαριστούμε τη Μελισσοκομική Επιθεώρηση και τους αρθρογράφους Κο Ανδρέα Θρασύβουλου, Καθηγητή Μελισσοκομίας στο εργαστήριο μελισσοκομίας – σηροτροφίας, τμήμα Γεωπονίας του Α.Π. Θεσσαλονίκης και  Ιωσήφ Μανίκη, Χημικό, Εργαστηρίου Ποιοτικού Ελέγχου Κοινοπραξίας Μελισσοκομικών Συνεταιρισμών Βόρειας Ελλάδας.